- χαρήσομαι
- χαρήσομαι s. χαίρω.
Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.
Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.
χαρήσομαι — χαίρω rejoice fut ind pass 1st sg χαίρω rejoice fut ind mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαρήσομ' — χαρήσομαι , χαίρω rejoice fut ind pass 1st sg χαρήσομαι , χαίρω rejoice fut ind mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)